Την περασμένη χρονιά, οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου της Κεφαλονιάς έτυχαν ιδιαίτερης μεταχείρισης στις Πανελλαδικές εξετάσεις. Το Υπουργείο «έδωσε» το 0,5% των θέσεων σε όλες τις σχολές σε μαθητές του νησιού, αποκαθιστώντας έτσι την ψυχολογική επιβάρυνση, τη διακοπή των μαθημάτων και την ταλαιπωρία που υπέστησαν εξαιτίας των καταστροφικών σεισμών του Φλεβάρη. Αυτό ήταν κάτι που όλοι μας είχαμε ζητήσει να γίνει, θεωρώντας δίκαιο να μην προστεθεί σε όλα τα άλλα προβλήματα των παιδιών και των οικογενειών τους  μια επικείμενη αποτυχία στις εξετάσεις , αφού τα παιδιά δεν ευθύνονταν για το χάος που ακολούθησε τους σεισμούς. Άδικο βέβαια, το γεγονός ότι δεν υπήρξε κανενός είδους ελάφρυνση ή διευκόλυνση βαθμολογική ή άλλη, για τα παιδιά της Α΄ Λυκείου που διαγωνίζονταν για πρώτη φορά με τράπεζα θεμάτων.

Το καλοκαίρι τελείωσε, τα σχολεία λειτουργούν και πάλι (δυστυχώς σε προκάτ, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα) και ξαφνικά, η ΕΛΜΕ Κεφαλονιάς εγείρει θέμα ποσόστωσης και για τους φετινούς τελειόφοιτους καθώς και όσους φέτος φοιτούν στη Β΄ Λυκείου, ζητώντας να διατηρηθεί το μέτρο της ποσόστωσης.

Όταν άκουσα για πρώτη φορά στις αρχές Σεπτέμβρη τους συνδικαλιστές μας να το λένε, διαφώνησα μαζί τους για δύο πολύ βασικούς λόγους:

1. Είναι άδικο για τους μαθητές στην υπόλοιπη Ελλάδα, να έχουν οι δικοί μας ειδική μεταχείριση επειδή πέρυσι έγιναν οι σεισμοί και φέτος κάνουν μάθημα όχι στο κανονικό σχολείο τους αλλά σε προκατασκευασμένες αίθουσες.

2. Είναι ντροπή για εμάς τους εκπαιδευτικούς να ζητάμε – ενώ γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει σοβαρός λόγος για να μην διαβάσει κάποιος φέτος – ιδιαίτερη μεταχείριση.

Εκείνο που βαραίνει περισσότερο στη σκέψη μου είναι το δεύτερο. Το πρότυπο που προβάλλουμε στους μαθητές μας, ποιο είναι δηλαδή; Να ζητούν ανταμοιβή χωρίς να κοπιάσουν; Να εκμεταλλευθούν τη συγκυρία για να πάρουν ό,τι μπορούν χωρίς να το δικαιούνται; Οι γονείς μπορούν να ζητούν για τα παιδιά τους την οποιαδήποτε διευκόλυνση, αλλά εμείς ως εκπαιδευτικοί δίνουμε το σωστό παράδειγμα;

Δυστυχώς, οι συνδικαλιστές που το ζητούν, έχουν ταπεινό κίνητρο. Το μόνο που θέλουν είναι να φανούν αρεστοί στα παιδιά και τις οικογένειές τους, αδιαφορώντας για την ηθική διάσταση του θέματος. Ταυτόχρονα, επισείουν και την απειλή να χαρακτηρίσουν όποιον από τους υπόλοιπους δε συμφωνεί, «εχθρό της κοινωνίας» και «εχθρό των μαθητών» εφόσον διαφωνεί με το «σπρώξιμο» όλων στις ανώτατες σχολές μέσα από έναν πανκεφαλληνιακό διαγωνισμό – γιατί αυτό σημαίνει ποσόστωση.

Ο μικρός μου γιός, αν τελικά διατηρηθεί η ποσόστωση όπως ζητούν οι πρόεδροι των ΕΛΜΕ (!!!) , θα είναι από τους ευνοημένους. Η αντίδρασή του όμως , όπως και αρκετών άλλων παιδιών όταν άκουσαν το αίτημα , ήταν ένα συγκαταβατικό , για να μην πω ειρωνικό,  χαμόγελο. Ξέρετε, μετά από τόσα χρόνια στις αίθουσες, έχω καταλάβει ότι τα παιδιά έχουν εξαιρετικά ανεπτυγμένη την αίσθηση του τι είναι δίκαιο και τι όχι. Αν έχω δίκιο, θα φανεί σύντομα, από το αν οι μαθητές θα προσπαθήσουν να διεκδικήσουν αυτό που οι συνδικαλιστές τους προτρέπουν να κάνουν.
Για μένα πάντως εξακολουθεί να ισχύει αυτό που είπα και στους τοπικούς «άρχοντες» του συνδικαλιστικού μας οργάνου: Όχι μόνο πιστεύω πως δεν πρόκειται να δοθεί από το Κράτος η ποσόστωση φέτος, αλλά ντρέπομαι και να τη ζητήσω γιατί είμαι πεπεισμένος πως θα διαπράξουμε αδικία αν το κάνουμε.