Μεγάλη Εβδομάδα εμείς νηστεύουμε. Παραδοσιακά και οικογενειακώς. Επίσης, βγαίνουμε και καμιά βραδινή βόλτα να τσιμπήσουμε κάτι. Σίγουρα πάντως το βράδυ της μεγάλης Παρασκευής μετά τον επιτάφιο. Φέτος, έτυχε να βγούμε και μεγάλη Τετάρτη. Οι επιλογές μας στο μεγάλο χωριό που ζούμε , περιορισμένες και τουλάχιστον για φέτος, ατυχείς.

Επιλογή πρώτη, Μεγάλη Τετάρτη. Στην παραγγελία μας, ανάμεσα σε άλλα,  δύο μερίδες ζυμαρικά: Ένα απλό τίμιο σπαγγέτι με κόκκινη σάλτσα και ο πιο προχώ, μια πένες με λαχανικά και φρέσκια ντομάτα.
Πεινασμένοι και οι δύο εξαιτίας κάτι λίγων που είχαμε τσιμπήσει όλη την ημέρα,  είχαμε όλη την καλή διάθεση να «εξαφανίσουμε» ότι μας έβαζαν μπροστά μας, λογαριάζαμε όμως χωρίς να λάβουμε υπόψη μας ότι πέσαμε σε μαγείρισσα με άποψη! Η μαγείρισσα λοιπόν ανακάτεψε σε ένα κατσαρόλι βραστά σπαγγέτι νούμερο 3 (μαλλιά αγγέλου τα λέγανε οι μανάδες μας) με μια κονσέρβα ψιλοκομμένο ντοματάκι, χωρίς να επέμβει καθόλου σε ότι το εργοστάσιο θεωρεί ικανοποιητικό: Δεν έβαλε αλάτι, λάδι, πιπέρι και φυσικά δεν χάλασε τη φυσική γεύση με μυρωδικά.
Στο φίλο μου, έφερε τις πένες να κολυμπάνε σε κοκκινωπό τηγανόλαδο, όπως ακριβώς τις σερβίρουν στο Αφγανιστάν (όχι στην Καμπούλ, στα χωριά). Εκείνος που είδε μπροστά του ότι ακριβώς απεχθάνεται, δεν κρατήθηκε και του το είπε. Δεν φάνηκε να ενοχλείται ο ιδιοκτήτης από την παρατήρηση, οπότε εγώ δε μίλησα για να μην χαλαστούμε βραδιάτικα.  

Επιλογή δεύτερη, Μεγάλη Παρασκευή. Σε άλλο μαγαζί φυσικά. Τα φαγητά που μας απαρίθμησε η σερβιτόρα ήταν ικανοποιητικά σε πλήθος και είπαμε να δοκιμάσουμε διάφορα. Σε όλα όσα έφερε, ένα πιάτο μπορούσε να σταθεί σαν γεύση και ποιότητα (ποσότητα, άστο μην είμαστε και αχάριστοι). Τα καλαμαράκια (7 κομμάτια μικρά) ήρθαν χωρίς να συνοδεύονται από πατάτες, ήταν ξαπλωμένα απλώς σε ένα φύλλο μαρούλι στο οποίο κρατούσε ταπεινή συντροφιά το ¼ ενός μικρού λεμονιού. Όπως σκούνταγες πάντως ένα καλαμαράκι, ξεκόλλαγε από πάνω του ο τηγανισμένος χυλός και έτσι το πιάτο ακόμα κι όταν άδειασε, έμοιαζε μισογεμάτο.
Το ριζότο με γαρίδες, μύδια , σουπιές κ.λ.π,  τελικά είχε τρία μικρά μύδια με μισό κέλυφος και δύο «σημειακές» γαρίδες που τις ανακάλυψε τυχαία η μία από τις κυρίες της παρέας, κάτω από ένα συσσωμάτωμα ρυζιού – η ληξουριώτικη εκδοχή για ριζότο.
Επειδή όμως πέσαμε σε μαγαζί με άποψη, οι εκπλήξεις ήταν στα απλά πράγματα: Οι τηγανιτές πατάτες ήταν σε μέγεθος μερίδας των GillyDiet , ενώ η σαλάτα ήρθε «απλωμένη» σε ένα ρηχό κανονικό πιάτο. Είχαμε διαφωνία για το αν η σαλάτα είχε  λάδι, όμως δικαιώθηκα χάρη στην παρατηρητικότητά μου: Ένα κομμάτι πιπεριάς γυάλιζε αφύσικα, οπότε προφανώς είχε βραχεί με λάδι.    
Η τιμή για όλα όσα φάγαμε και στα δύο μαγαζιά ήταν 12€/άτομο στο 1ο και 18€/άτομο στο 2ο. Μετά το δεύτερο μαγαζί, το ακριβό, ο ένας της παρέας είχε και στομαχικές διαταραχές. Δεν γράφω τα ονόματα των μαγαζιών, αν και οι συμπολίτες δεν θα δυσκολευτούν να καταλάβουν ποια είναι. Εκείνο που με χαλάει όμως, είναι ότι οι ίδιοι άνθρωποι λίγο καιρό μετά θα διαμαρτύρονται για τη μειωμένη κίνηση, τους τουρίστες που δεν τρώνε και τους Ληξουριώτες που δεν τους προτιμούν. Απλά κρίμα…