Η φωτογραφία είναι άσχετη εντελώς με το μέρος που ήμουν, αλλά με ηρεμεί!

Συγκρίσεις οικογενειών σε χαλαρές διακοπές ή αλλιώς πως εννοούμε τις διακοπές έχοντας οικογένεια με πιτσιρίκια.

Οικογένεια Νορβηγών στο ίδιο ξενοδοχείο με εμάς: Ο μπαμπάς, μεσόκοπος Βίκινγκ μεγάλων διαστάσεων, η μητέρα ανάλογη σε μέγεθος και ηλικία – δεν τους άκουσα να μιλούν καθόλου μεταξύ τους – και τρία παιδιά: Ο μεγάλος , καμιά δεκαπενταριά, επίσης δεν ξέρω αν μιλούσε: ήταν συνεχώς μπροστά από μια οθόνη κινητού, σηκωνόταν μόνο για να βουτήξει στην πισίνα μετά από προτροπή (με νεύμα ή σκούντημα) των γονέων, έκανε μια βουτιά, περπατούσε όπου πάτωνε και έβγαινε έξω για να ξαναπιάσει το κινητό. Τα δύο μικρότερα , ηλικίας 9-11 χρονών, έκαναν τον κακό χαμό είτε μέσα στην πισίνα είτε γύρω από αυτήν τρέχοντας, βγάζοντας κραυγές μιμούμενοι κάποιους σούπερ ήρωες – ο ένας ειδικά έτρεχε σαν τον Χουλκ, προσπαθούσε να χοροπηδά σαν τον Σπάϊντερ Μαν και τελείωνε τα χορευτικά του βγάζοντας ήχους σαν να αεριζόταν από το στόμα και παίρνοντας τη στάση που πανηγυρίζει τα γκολ του ο Cristiano Ronaldo. Θα μου ήταν αντιπαθής και μόνο από το τελευταίο, η πισίνα ήταν κοντά για να το κάνω να φανεί σαν ατύχημα, αλλά υπήρχαν πολλοί μάρτυρες.
Οι αντίστοιχες ελληνικές οικογένειες (δύο ζευγάρια με παιδιά ηλικίας 6-8 ετών) που ήταν παρέα και κουμπάροι, ήταν πιο συντονισμένοι: Τα παιδιά έκαναν φυσιολογική φασαρία παίζοντας, ευτυχώς χωρίς κινητά, αλλά και πάλι ήταν πολύ πιο αθόρυβα από τους γονείς τους που – ίσως – είχαν πάγκους σε λαϊκή. Φρόντιζαν να ξέρει όλο το συγκρότημα τι ακριβώς συζητάνε, το πρόγραμμα τους και το τι θα φάνε , πράγμα που αποδείχθηκε σωτήριο γιατί επιλέγαμε άλλη παραλία από αυτούς. Ευτυχώς, τηρούσαν ευλαβικά τις ώρες κοινής ησυχίας, με εξαίρεση τη μύτη του ενός που την λειτουργούσε ως σαξόφωνο (μάλλον είχε κάποιες αλλεργίες ο άνθρωπος) με ανάλογα ηχητικά αποτελέσματα ως προς την ένταση, όχι τη μουσικότητα!

Και το καλύτερο: Οικογένεια Ρομά. Όχι , δεν έμεναν στο ξενοδοχείο, απλά βρεθήκαμε στον ίδιο χώρο στο πλοίο του γυρισμού, έχοντας επιβιβαστεί από διαφορετικά νησιά. Να ξεκαθαρίσω ότι επρόκειτο για «φορτωμένους» , αφού τα κινητά, οι χρυσές καδένες και τα επιβατικά των 2000 κυβικών από γνωστές μάρκες στο γκαράζ το επιβεβαίωναν! Μπήκαν στο σαλόνι του πλοίου φορώντας κανονικά τα παπούτσια και τις σαγιονάρες τους και μόλις κατέλαβαν μια ολόκληρη γωνία , είπαν να νιώσουν σαν στο σπίτι τους: Έμειναν αμέσως ξυπόλητοι, άνδρες γυναίκες και παιδιά, άνοιξαν όλες τις συσκευασίες με πατατάκια, γαριδάκια , μπισκότα τις οποίες είχαν ήδη ψωνίσει από το μπαρ του πλοίου ανεβαίνοντας και ξεκίνησαν να τα τρώνε παίζοντας κιόλας μεταξύ τους: Τα παιδιά (τρία άτομα, ηλικίας 6-8 ετών) πέταγαν πατατάκια στα μούτρα των μεγάλων , οι οποίοι ανταπέδιδαν διασκεδάζοντας. Η μοκέτα του σαλονιού μέσα σε 5 λεπτά ήταν έτοιμη για απόσυρση, αφού δεν είχαν πρόβλημα να πατάνε πάνω στα εύθρυπτα και να τρέχουν παίζοντας κυνηγητό σε όλο το σαλόνι. Λίγο μετά, ο παππούς (το πολύ 45 χρονών), έμεινε γυμνός από τη μέση και πάνω, ξάπλωσε σε ένα καναπέ ανάσκελα με ανοικτά τα πόδια (ένα πάνω στα γόνατα της περίπου σαραντάρας «γιαγιάς» και ένα στην πλάτη του καναπέ) και κοιμήθηκε χωρίς να τον ενοχλεί τίποτα. Οι δύο μαμάδες των παιδιών (από 18 ως 22 το πολύ) ξεκίνησαν σαφάρι ανακάλυψης κενής πρίζας για να φορτίσουν το κινητό της μίας, οι 3 άνδρες της παρέας (17- 25) έμειναν και αυτοί γυμνοί από τη μέση και πάνω, φόρεσαν τεράστια γυαλιά ηλίου και χάζευαν τα κινητά και τις τουρίστριες ενώ τα μικρά έτρεχαν παντού φωνάζοντας , σκαρφαλώνοντας σε καναπέδες, τραπέζια , καρέκλες και προσπαθώντας να σπάσουν το τζαμάκι με το συναγερμό πυρκαγιάς στο πλοίο: Ευτυχώς , λίγο που δεν ήταν πολύ ευαίσθητο, λίγο που δεν είχαν ούτε μυαλό ούτε δύναμη , τον γλιτώσαμε τον πανικό. Από τη στεναχώρια του, ο οκτάχρονος, έβγαλε από την τσέπη του το καπνικό και άρχισε να ατμίζει αρειμανίως. Κανείς από τους δικούς του δεν ασχολήθηκε – ίσως και να μην τον βλέπανε κιόλας. Κάποια στιγμή, εμφανίστηκε η μαμά του που κάτω από τα επικριτικά βλέμματα επιβατών, του το πήρε από τα χέρια, το έκρυψε στο μπούστο της και πήγε να κάτσει στη χώρα τους. Ο μικρός δεν την άντεξε την αδικία: Άρχισε να φωνάζει , να μυξοκλαίει, να απειλεί και να ικετεύει μαζί (στη γλώσσα τους όλα αυτά) , οπότε ευτυχώς ο πατέρας πήρε την κατάσταση στα χέρια του: Κοίταξε τη μάνα, της μίλησε και εκείνη έσπευσε να δώσει πίσω το καπνικό στον θεριακλή πιτσιρικά που συνέχισε να καπνίζει. Ο «παππούς» συνέχιζε να κοιμάται, η γιαγιά συνέχιζε να τρώει και εμείς να ταξιδεύουμε…

Από όλα τα σκηνικά που περιέγραψα παραπάνω, εκείνο που με ενόχλησε πραγματικά , ήταν ο μικρός Ρομά που κάπνιζε , βρισκόταν σε μια συνεχή υπερδιέγερση και κανένας δικός του δεν έμπαινε στον κόπο να ασχοληθεί.
Με τα υπόλοιπα , απλά διασκέδασα, άλλωστε με ποιο δικαίωμα να κρίνω πως αρέσει σε άλλους ανθρώπους να επικοινωνούν ή να ψυχαγωγούνται!

Καλό υπόλοιπο καλοκαιριού, άλλωστε είναι γνωστό ότι οι διακοπές στην Ελλάδα τελειώνουν ψυχολογικά γύρω στις 70 Αυγούστου!