Τον τελευταίο καιρό, υπάρχουν πολλά δημοσιεύματα που αφορούν το επίπεδο γνώσεων των Ελλήνων μαθητών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αφορμή δόθηκε από μια διεθνή έρευνα (PISA)  που διερευνώντας μέσω κοινών θεμάτων σε τρία βασικά αντικείμενα (Μαθηματικά, γλώσσα, φυσικές επιστήμες) τις γνώσεις των εφήβων σε 65 διαφορετικές χώρες, μας κατέταξε πολύ χαμηλά και 17 ολόκληρες θέσεις πίσω από την προηγούμενη επίδοσή μας. Η έρευνα απλώς επισημοποίησε αυτό που βιώνουμε οι εκπαιδευτικοί Γυμνασίων και Λυκείων σε καθημερινή βάση τα τελευταία χρόνια. Δεν ανήκω στους πολυπράγμονες της εκπαίδευσης και έτσι θα περιοριστώ σε λίγες απλές κουβέντες για να περιγράψω την αλλαγή των παιδιών.

Διδάσκω σε ένα Γυμνάσιο όπου φοιτούν παιδιά από διάφορα κοινωνικά στρώματα -μια που είναι και το μοναδικό της περιοχής – και το οποίο «τροφοδοτείται» από δύο συγκεκριμένα δημοτικά σχολεία. Εκτιμώ πως είμαστε ένα καλό (για να μην πω πολύ καλό) σχολείο, με βάση την περαιτέρω πορεία των μαθητών μας και τις επιτυχίες που έχουν στις σπουδές τους εδώ ή στο εξωτερικό. Παρόλα αυτά, τα τρία τελευταία χρόνια, υπάρχουν στιγμές που μου έρχεται να βάλω τα κλάματα. Αν δεν έχεις ζήσει την αίσθηση , πως ότι και να κάνεις, δεν μπορείς να βοηθήσεις αποτελεσματικά αυτούς που οφείλεις, είναι δύσκολο να καταλάβεις. Μπορείτε να φανταστείτε ένα χειρούργο που δεν μπορεί να ξεκινήσει την επέμβαση γιατί δεν υπάρχει διαθέσιμο αίμα για τον ασθενή; Κάπως έτσι νιώθω και εγώ. Εξηγούμαι:

 Όταν υποδέχομαι τα παιδιά στην Α΄ Γυμνασίου, περιμένω να γνωρίζουν να εκτελούν τις τέσσερεις βασικές πράξεις και να αναγνωρίζουν τα γεωμετρικά όργανα και τη χρήση τους. Δεν έχω άλλη απαίτηση. Τον τρόπο σκέψης, τις σύνθετες πράξεις, τις γεωμετρικές κατασκευές, τις μετατροπές μονάδων , τα ποσοστά μπορώ να τους τα δείξω και να τους τα εξηγήσω – αυτή είναι η δουλειά μου. Σκεφτείτε τώρα ένα τμήμα , όπου σε ποσοστό 50% δεν ξέρουν προπαίδεια, ενώ ένα 30% δυσκολεύεται να κάνει ακόμα και πρόσθεση μονοψήφιων. Οι «πολύ καλοί» μαθητές είναι αυτοί που απαντούν σωστά – μετά από αρκετή σκέψη – σε απλούς πολλαπλασιασμούς και μπορούν να εκτελούν τη διαίρεση δεκαδικού με δεκαδικό εντός του σχολικού ωραρίου. Τι να εξηγήσεις και τι να δείξεις σε ένα παιδί που δεν αναγνωρίζει την ορθή γωνία σε ένα ορθογώνιο τρίγωνο, που αγνοεί τη λέξη «επεκτείνω» , που του λες να φτιάξει ένα τμήμα 5cmκαι αυτό χρησιμοποιεί τις ίντσες που ο – διεθνής, τρομάρα μας – χάρακας περιλαμβάνει.
Σα να μην έφθανε η αδυναμία στις πράξεις, υπάρχει και η κακή γνώση της ελληνικής γλώσσας. Είναι συχνό το φαινόμενο να μεταφράζω από ελληνικά σε ελληνικά, ακόμα και απλές εκφράσεις που χρησιμοποιώ κάνοντας μάθημα. Αυτό μου έχει προσθέσει άγχος, αφού «ψάχνομαι» να χρησιμοποιώ κοινότυπες λέξεις- τα «εκατέρωθεν» και τα «αμφότερα» εξοστρακίστηκαν (μτφ: εκδιώχθηκαν) από το λεξιλόγιο εδώ και χρόνια ενώ ακόμα και τη λέξη αμβλεία, όταν τη λένε, οι μισοί τη φωνάζουν αβλία. Το εναλλάξ, τους φαίνεται Αγγλική λέξη και έτσι δεν έχουν πρόβλημα. Η ορθογραφία , αν ήταν γυναίκα, θα ήταν προ πολλού νεκρή με πολλαπλά τραύματα. Οι λέξεις που είσαι σίγουρος πως θα γράψουν σωστά είναι τα άρθρα των ουδέτερων, η πατάτα, η καμπάνα και η μπανάνα – αρκεί να μην είναι ώριμη.
Αντίστοιχα παραδείγματα και από μεγαλύτερη τάξη μπορώ να παραθέτω με τις ώρες.
Έχει σημασία ότι αυτοί οι μαθητές προέρχονται από τα ίδια σχολεία και από σχεδόν τους ίδιους δασκάλους με εκείνους που δίδαξαν και μεγαλύτερους μαθητές μας με πολύ καλύτερο επίπεδο. Να επισημάνω ότι τα παιδιά που εμφανίζουν τέτοια προβλήματα, δεν είναι παιδιά μεταναστών, από χωρισμένους γονείς ή από οικογένειες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα διαβίωσης: Ανήκουν σε διάφορες κοινωνικές ομάδες και θα έλεγα ότι εκπροσωπούνται σχεδόν όλες.
Αναγκαστικά θα πρέπει να αναζητήσουμε αλλού τα αίτια της «κατρακύλας».   

Η PISAλοιπόν, εντόπισε το αναμενόμενο. Ας έρθουμε τώρα στα πούπουλα, ελαφριά και με τον άνεμο να καθορίζει την πορεία τους. Οι ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας, σκέφτηκαν ότι αυτό που φταίει για τα κακώς κείμενα στην εκπαίδευση, είναι ο τρόπος εισαγωγής των παιδιών στα Πανεπιστήμια, οι πολλές ώρες πληροφορικής που διδάσκονταν στο Λύκειο και η απουσία των projectsαπό τις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Δυστυχώς, αυτό που ο καθένας μας μπορεί να αντιληφθεί χωρίς να είναι ειδικός, οι επαΐοντες αδυνατούν ή δε θέλουν να το συλλάβουν.
Όταν θες να διορθώσεις ένα σύστημα, οφείλεις να το κάνεις από κάτω προς τα επάνω και όχι αντίστροφα. Πριν μερικά χρόνια, έγινε μια προσπάθεια αναμόρφωσης των προγραμμάτων στα Δημοτικά σχολεία. Είναι φανερό, από το αποτέλεσμα, ότι τα πράγματα αντί να βελτιωθούν χειροτέρεψαν ραγδαία. Από εκεί λοιπόν πρέπει να αρχίσει η παρέμβαση: Θα πρέπει με κάποιο τρόπο, οι μαθητές που τελειώνουν το Δημοτικό να είναι σε θέση να διαβάζουν ελληνικά κατανοώντας, να γράφουν ελληνικά σεβόμενοι τη γλώσσα, να ξέρουν βασικά πράγματα από την Ελληνική και την παγκόσμια ιστορία, να γνωρίζουν ότι τα Επτάνησα βρίσκονται στο Ιόνιο και η Θεσσαλονίκη στη Βόρεια Ελλάδα και βέβαια να ξέρουν να μετράνε.
Είναι λοιπόν γεγονός, πως η αλλαγή στον τρόπο εισαγωγής των μαθητών στα Πανεπιστήμια, δεν πρόκειται να επιφέρει τίποτα παραπάνω από επιβάρυνση στις τσέπες των γονέων για ακόμα περισσότερα φροντιστήρια από ακόμα μικρότερη ηλικία.