Η παραλία που έχουμε πάει για μπάνιο δεν είναι «οργανωμένη». Μακριά από χωριά και beachbar, λευκά βότσαλα, πεντακάθαρα νερά και δύο μικροί κόλποι – μόνο για γνώστες και «ψαγμένους» τουρίστες.
Σάββατο 2 η ώρα το μεσημέρι, ότι έχουμε βγει από τη θάλασσα μετά την πρώτη βουτιά, οπότε έρχεται ακριβώς δίπλα μας μια οικογένεια: Ο άνδρας περίπου 35, η σύζυγος καμιά τριανταριά και ο πιτσιρικάς στα 5. Εμφανίσιμο ζευγάρι και ο μικρός γλυκούλης. Ενώ στέκονται όρθιοι δίπλα μας με τον άντρα να κρατά ομπρέλα θαλάσσης, τσάντα θαλάσσης και ένα σωσίβιο του μικρού ενώ η γυναίκα του κρατά μόνο τα γυαλιά ηλίου της, ξεκινάει ο παρακάτω διάλογος:
Αυτή: Εδώ που μας έφερες η θάλασσα έχει φουσκάλες.
Αυτός: Δεν είναι τίποτα, εδώ έξω-έξω είναι, σε λίγο θα τις έχει εξαφανίσει το κυματάκι.
Αυτή: Εμένα μου λες, αφού και πιο μέσα να πας, άμα χτυπάς τα χέρια σου θα εμφανίζονται.
  
Μικρός: Έχει βότσαλα εδώ και θα με πονάνε τα πόδια μου. (Κανένας από τους γονείς δε δίνει σημασία και ο διάλογος τους συνεχίζεται)
Αυτός: Εντάξει, πάμε τότε στο Ξι, θα είναι καλύτερα εκεί !
Αυτή: Σιγά μην είναι καλύτερα, εκεί έχει άμμο που καίει!
Μικρός: Ναι, ναι πάμε στην άμμο!
Αυτή: Μη μιλάς εσύ! Σε ωραία θάλασσα θέλει να μας πάει ο μπαμπάς σου!

Ο άμοιρος κοιτά γύρω-γύρω ψάχνοντας σανίδα σωτηρίας. Αποφασίζω να του την προσφέρω:
Εγώ: Μην ανησυχείτε για τους αφρούς, από φυτοπλαγκτόν και φύκια προέρχονται, δεν είναι μόλυνση !

Έχω πάρει το σοβαρό μου και όταν είμαι σοβαρός μπορώ να πείσω ακόμα και τον Κουτσούμπα ότι ο καπιταλισμός είναι ίωση. Αυτή πάντως την έπεισα , οπότε αρχίζει κατευθείαν να ξεντύνεται και μέσα σε τριάντα δευτερόλεπτα είναι μέσα στο νερό, το οποίο βρίσκει υπέροχο. Ο μπαμπάς αναλαμβάνει δράση: Στερεώνει την ομπρέλα σύμφωνα με τις οδηγίες που του δίνει η κυρία, βγάζει πετσέτες και αρχίζει να αλείβει με κάτασπρη αντηλιακή κρέμα τον πιτσιρικά ο οποίος δυσανασχετεί αλλά η φωνή της μαμάς μέσα από τη θάλασσα δεν αφήνει περιθώρια σε κανέναν τους.
Λίγο μετά, ο μικρός έχει μεταμορφωθεί επιτυχημένα σε εξωγήινο από τον αστερισμό «Αλευράν» και πλησιάζει στη θάλασσα , όπου η μητέρα βγάζει κραυγή μεγάλη:
Μην μπεις! Γιατί δεν έχεις αντηλιακό στο κούτελό σου; Γιώργο! Βάλτου γρήγορα αντηλιακό παντού!
Ο σύζυγος ανακαλεί τον πιτσιρικά και όσο τον πασαλείβει , ο διάλογος συνεχίζεται:
Αυτή: Θα μπεις στη θάλασσα; (απευθυνόμενη στο σύζυγο)
Αυτός: Μπα, λέω να μην κάνω μπάνιο σήμερα.
Αυτή: Ωραίος είσαι ρε! Κι εγώ πως θα κολυμπήσω; Ποιος θα προσέχει τον μικρό;

Εννοείται πως τα πράγματα έγιναν έτσι όπως τα ήθελε η κυρία. Η γυναίκα μου τολμά να μου ψιθυρίσει:
-Απαπα! Τι είναι αυτή;

Εγώ έχω κακή έμπνευση και απαντάω μισοαστεία- μισοσοβαρά:
-Έλα μωρέ, μη νομίζεις ότι διαφέρετε και πολύ! Κάπως έτσι κάνεις και συ μερικές φορές!
Είναι Κυριακή βράδυ και ακόμη δε μου καλομιλάει…